Ρόστοκ

Ρόστοκ
(Rostock). Πόλη της Γερμανίας στο ομόσπονδο κρατίδιο του Μεκλεμβούργου· βρίσκεται επί του ποταμού Βάρνοβ, 160 χλμ. προς τα ΒΑ του Αμβούργου, λίγο πιο πάνω από την εκβολή του σε ποταμόκολπο στη Βαλτική θάλασσα, όπου βρίσκεται η Βαρνεμίντε, ο προλιμένας του, ένα εμπορικό κέντρο που χρονολογείται από τον 13o αι. και σήμερα αφετηρία της σιδηροδρομικής γραμμής που προέρχεται από το Ρ. με κανονική σιδηροδρομική συγκοινωνία με τη δανική πόλη Γκένσερ, στο νησί Φάλστερ. Το Ρ. είναι κυρίως σημαντικό λιμενικό κέντρο, ένα από τα μεγαλύτερα της Ομ. Γερμανίας, και οφείλει στην προέχουσα αυτή λειτουργία του την ανάπτυξη που έλαβε μετά τον πόλεμο. Αν και έχει αρχαία προέλευση –χρονολογείται από τον 12o αι.– η πόλη έχει σύγχρονη εμφάνιση, επειδή καταστράφηκαν από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς όλα σχεδόν τα μνημεία της που χρονολογούνταν από την εποχή που το Ρ. αποτελούσε μέρος της Χανσεατικής Ένωσης. Το Ρ. είναι έδρα πανεπιστήμιου (ιδρύθηκε το 1419) και διάφορων πνευματικών ιδρυμάτων και σχολών. Εισάγει κυρίως πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαίου και εξάγει μηχανήματα και χημικά προϊόντα. Άποψη του φάρου στο λιμάνι του Ρόστοκ (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Βέμπερ, Άντολφ Ντίτριχ — (Adolf Dietrich Weber, Ροστόκ 1753 – Ροστόκ 1817). Γερμανός νομομαθής. Καθηγητής πανεπιστημίου στο Κίελο και το Ροστόκ, ο Β. υπήρξε βαθύς γνώστης του ρωμαϊκού δικαίου και άσκησε μεγάλη επιρροή στη θεωρία και την πρακτική της νομικής επιστήμης της …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Μεκλεμβούργο — (Mecklenburg). Ιστορική και γεωγραφική περιοχή στο βορειοανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Σήμερα, αποτελεί μαζί με την ιστορική περιοχή της Πομερανίας κρατίδιο που φέρει την ονομασία Μ.–Δυτική Πομερανία (23.170 τ. χλμ., 1.759.877 κατ. το 2002) και… …   Dictionary of Greek

  • πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… …   Dictionary of Greek

  • χάνσα — Ήδη από τον 12o αι. η λέξη χρησιμοποιόταν στη Γερμανία, τη βόρεια Γαλλία και την Αγγλία για τις εμπορικές και πολιτικές ενώσεις πόλεων αυτών των χωρών, που δημιουργήθηκαν για την αντιμετώπιση των κινδύνων. Τευτονική X. Ένωση πόλεων της βόρειας… …   Dictionary of Greek

  • Άλκμααρ, Χάινριχ φον- — (Heinrich von Alkmaar Hinrech van Alckmer, 15ος αι.). Ολλανδός ποιητής. Είναι γνωστός από τη μετάφραση στα ολλανδικά του πολύ διαδεδομένου κατά τον Μεσαίωνα γαλλικού λαϊκού σατιρικού ποιήματος Οι περιπέτειες της αλεπούς, το οποίο μεταφράστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Γέρινγκ, Ρούντολφ φον- — (Rudolf von Jhering, Άουριχ, Κάτω Σαξονία 1818 – Γκέτινγκεν 1892). Γερμανός νομομαθής και πανεπιστημιακός. Διετέλεσε καθηγητής στα πανεπιστήμια της Βασιλείας, του Ροστόκ, του Κίελου, του Γκίσεν, της Βιέννης και του Γκέτινγκεν, και θεωρείται ένας… …   Dictionary of Greek

  • Γιόνσον, Ούβε — (Uwe Johnson, 1934 – 1984). Γερμανός συγγραφέας. Μεγάλωσε στην Ανατολική Γερμανία και σπούδασε στο Ροστόκ και στη Λειψία (1952 56). Το 1959 κατέφυγε στο Δυτικό Βερολίνο, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα. Επηρεασμένος από τον Φόκνερ και τους νεωτεριστές… …   Dictionary of Greek

  • Γκρότιους — (Grotius, Ντελφτ, Ολλανδία 1583 – Ροστόκ, Μεκλεμβούργο 1645). Εκλατινισμένος τύπος του ονόματος του Ολλανδού φιλοσόφου και θεολόγου Χουίγκβαν Γκρόοτ (Huigvan Groot). Η φήμη του Γ. συνδέθηκε κυρίως με το έργο του Δίκαιο πολέμου και ειρήνης (De… …   Dictionary of Greek

  • Κατς, Νταβίντ — (DavidKatz, Κάσελ 1884 – Στοκχόλμη 1953). Γερμανός ψυχολόγος. Σπούδασε στο Γκέτινγκεν και εργάστηκε έως το 1919 στο ινστιτούτο ψυχολογίας του τοπικού πανεπιστημίου. Αργότερα προσκλήθηκε στο πανεπιστήμιο του Ροστόκ, όπου παρέμεινε μέχρι την άνοδο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”